γιατί όλα κρύβουν μια "ιστορία"

Blogger templates

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

Η περίοδος της μεγάλης ακμής του Βυζαντίου (717-1025): Η βασιλεία του Μιχαήλ Γ' κι η αυγή της νέας εποχής

Ο Μιχαήλ Γ' ως αρματοδρόμος
Η θεωρία μας



Ακριτικά τραγούδια

Ο θάνατος του Διγενή
(κρητική παραλλαγή)


Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης

Στίχοι

Ο Διγενής ψυχομαχεί
κι η γης τόνε τρομάζει
κι η πλάκα τον ανατριχιά
πως θα τόνε σκεπάσει
γιατί από `κειά που κοίτεται
λόγια `ντρειωμένου λέει:

Νάχεν η γης πατήματα
κι ο ουρανός κερκέλια 
να πάτουν τα πατήματα
να `πιανα τα κερκέλια
ν' ανέβαινα στον ουρανό, 
να διπλωθώ να κάτσω
να δώσω σείσμα τ' ουρανού.

Ακρίτης κάστρον έχτιζε


Σύνθεση: Χριστόδουλος Χάλαρης
Ερμηνεία: Ν. Κωνσταντινόπουλος και Π. Μάθος

Στίχοι

Ακρίτης κάστρον έκτιζε
χάρος να μην τον έβρει.
διπλούν, τριπλούν το έχτιζε
σίδερο καρφωμένο

Φωνάξεν την καλίτσα του (γυναίκα του)
κι ηφέρε τα καλούδια
καλώς ήρθες Αϊ - χάρε μου
έλα να φαμ' κι ας πιούμε

Εγώ δεν ήρθα για φαγί
και για πιοτό δεν ήρθα.
ήρθα για τον Ακρίτη σου
να πάρω την ψυχή του

Χάρε μου πάρ' πέντε παιδιά
και άφες τον Ακρίτη.
Εγώ για τον Ακρίτη σου
πέντε ψυχές δεν παίρνω.

Μα ας είν' κι αυτός για χάρισμα
αλλά σαράντα μέρες
κι η κόρη εκαλαγροίκησε
αλλά σαράντα χρόνους.

Ψοφάν τα σαραντάμερα
και οι σαράντα μέρες
κι ο χάρος παραστάθηκε
να πάρει την ψυχή του.

Κι ώσπου να σώσ' το λόγο του
να σώσ'τη συντυχιά του
απ'τα μαλλιά τον έπιασε
στα μάρμαρα τον βάζει.

Χάρε μου άσε τα μαλλιά
και πιάσ'με απ'το χέρι
και δείξε με την τέντα σου
μονάχο μου ας παγαίνω.

Αν δείξω σε την τέντα μου
πολύ θε'να τρομάξεις
όλα τριγύρω πράσινα
στη μέση είναι βαμμένα.

Κομμά ψωμί κι αν έδωκες
παράδεισο θα λάβεις
κομμά παρά κι αν έδωκες
χρυσή λαμπάδα (.........)

Κομμά ρούχα κιαν έδωκες
μπροστά σου θα τα φέρουν
κι αν όλα αυτά δεν τα'κανες
στις πίσσες στα καζάνια.

 Απόσπασμα από το "Άσμα του Αρμούρη"

Και συγκροτά τον πόλεμον καλά και ανδρειωμένα.
τας άκρας άκρας έκοπτεν και η μέση εδαπανάτον.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν,
όλη μέρα τους έκοπτεν την άνω ποταμίαν
και όλη νύκτα τους έκοπτε την κάτω ποταμίαν.

Έθεσεν και αποθέσεν τους, κανένα δεν αφήκε.
Απέζευσε ο νεώτερος να τον βαρήση ο αέρας
και ένα σκυλίν, Σαρακηνός, σκυλίν μαγαρισμένον,
εγκρύμματα τον έβαλεν και επήρε του τον μαύρον,
επήρε του τον μαύρον του, επήρε τον ραβδίν του.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν
σαράντα μίλια τον εδίωχνε πεζός με το λουρίκιν
και άλλα σαράντα τέσσαρα πεζός με τα γονάτια.
εκεί τον εκατέφθασε εις της Συρίας την Πόρταν
και εβγάνει το σπαθίτσι του και επαίρνει του το χέριν.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου